Παπαδιαμάντης, Αλέξανδρος

Παπαδιαμάντης, Αλέξανδρος
(Σκιάθος 1851 – 1911). Έλληνας πεζογράφος. Ο πατέρας του ήταν παπάς μεγαλωμένος στο βαθιά συντηρητικό θρησκευτικό περιβάλλον των κολλυβάδων (μοναχών που προκάλεσαν την έριδα για το αν έπρεπε να μοιράζονται τα κόλλυβα των μνημοσύνων και τις Κυριακές)· η μητέρα του προερχόταν από παλιά ξεπεσμένη αρχοντική γενιά. Η οικογένεια ζούσε στη φτώχεια, με τέσσερα παιδιά –τον Αλέξανδρο και τρεις κόρες– αναζητώντας ένα αντίρροπο στη λατρεία του παρελθόντος. Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ξεκομμένο ακόμα και από τον μικρόκοσμο του νησιού, ο Π. διαμόρφωσε έναν χαρακτήρα συνεσταλμένο, μ’ ένα αίσθημα αποξένωσης από τον κοινωνικό του περίγυρο, «μακράν του κόσμου τούτου». Τη διάστασή του αυτή την περιγράφει στο αυτοβιογραφικό διήγημα Τα δαιμόνια στο ρέμα: «Τ’ άλλα παιδιά (...) με εμίσουν, διότι ήμην παπαδοπαίδι. Εκείνοι ήσαν τέκνα ναυτικών, πορθμέων, ναυπηγών, γεωργών. Οι πατέρες εθαλασσοπνίγοντο ή ίδρωναν πολύ για να βγάλουν το ψωμί, και οι νιοι το είχαν καύχημα. Και διά τούτο εμέ μ’ επεριφρονούσαν...». Η θρησκεία τού άνοιξε νωρίς την αγκαλιά της και ο νεαρός Π. έγινε ο απαραίτητος βοηθός του πατέρα του στις ιερουργίες και στις άλλες εκκλησιαστικές δραστηριότητές του. Από τότε αρχίζει η κλίση του στην ψαλτική, που μεταβλήθηκε αργότερα σε πραγματικό πάθος, και η ευλαβική του προσήλωση στους κανόνες και στο τυπικό της Εκκλησίας. Σ’ ένα σύντομο αυτοβιογραφικό του σημείωμα σημειώνει με σεμνότητα: «Εβγήκα από το Ελληνικόν Σχολείον εις τα 1863, αλλά μόνον το 1867 εστάλην εις το Γυμνάσιον Χαλκίδος, όπου ήκουσα την A’ και B’ τάξιν. Την Γ’ εμαθήτευσα εις Πειραιά, είτα διέκοψα τας σπουδάς μου, κι έμεινα εις την πατρίδα. Κατά Ιούλιον του 1872 επήγα εις το Άγιον Όρος χάριν προσκυνήσεως, όπου έμεινα ολίγους μήνας. Τω 1873 ήλθα εις Αθήνας κι εφοίτησα εις τη Δ’ του Βαρβακείου. Το 1874 ενεγράφην εις τη Φιλοσοφικήν Σχολήν, όπου ήκουα κατ’ εκλογήν ολίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ’ ιδίαν δε ησχολούμην εις τας ξένας γλώσσας. Μικρός εζωγράφιζα Αγίους, είτα έγραφα στίχους, κι εδοκίμασα να συντάξω κωμωδίας. Τω 1868 επεχείρησα να γράψω μυθιστορήματα. Τω 1879 εδημοσιεύθη η Μετανάστις, έργον μου εις το Νεολόγον Κωνσταντινουπόλεως. Τω 1881 έν θρησκευτικόν ποιημάτιον εις το περιοδικόν Σωτήρα. Τω 1882 εδημοσιεύθησαν Οι έμποροι των Εθνών εις το Μη χάνεσαι. Αργότερα έγραψα περί τα εκατόν διηγήματα, δημοσιευθέντα εις διάφορα περιοδικά και εφημερίδας». Στο σημείωμα αυτό θα πρέπει να προστεθεί ότι το ταξίδι στο Άγιο Όρος έγινε μάλλον με την πρόθεση να μονάσει και ότι μέχρι το τέλος της ζωής του έγραψε περίπου διακόσια διηγήματα. Ύστερα από μια τόσο βασανισμένη εφηβεία –ασκητισμός, διακοπτόμενες σπουδές, οικονομικές ανάγκες μιας οικογένειας που περίμενε από αυτόν– εγκαταστάθηκε «κοσμοκαλόγερος» στον επίπονο και με ασταθείς αποδοχές χώρο της αθηναϊκής δημοσιογραφίας, ως μεταφραστής, κυρίως από τα αγγλικά. Η δημοσιογραφία υπήρξε γι’ αυτόν πάντοτε βιοπορισμός, δεν έγινε ποτέ επάγγελμα. Πρώτος είδε το ταλέντο του νεαρού Π. ο Βλάσης Γαβριηλίδης, ο οποίος τον παρακίνησε, τον εμψύχωσε και εργάστηκε με θέρμη για την προβολή του· τον προσέλαβε μάλιστα συνεργάτη στο σατιρικό φύλλο του Μη χάνεσαι και αργότερα στη νεοσύστατη εφημερίδα του, την Ακρόπολη. Τότε δημοσιεύτηκαν, ως επιφυλλίδες, και τα ιστορικά μυθιστορήματα Έμποροι των Εθνών και Γυφτοπούλα. Παράλληλα, η εργασία του και στην Εφημερίδα του Κορομηλά βελτίωσε κάπως τα οικονομικά του, ενώ η επαφή και η αναγνώριση του από μια μερίδα του κόσμου των γραμμάτων τόνωσε, μέχρι κάποιο σημείο, το ηθικό του. Γράφτηκε χαρακτηριστικά ότι ο Π. πέρασε τη ζωή του «ψέλνοντας, γράφοντας και πίνοντας, ανάμεσα στην εκκλησία και στην ταβέρνα, ανάμεσα στο μπακάλικο του Καχριμάνη κοντά στου Ψυρρή και στο τραπέζι του μεταφραστή των εφημερίδων. Από τη δουλειά πήγαινε στην ταβέρνα κι από την ταβέρνα στις ολονυχτίες, στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου». Η Αθήνα και ο αστικός κόσμος της δεν επηρέασαν ούτε τις ιδέες ούτε τη ζωή του, που δεν άλλαξαν ποτέ. Η καθημερινότητά του κινήθηκε σε δυο πόλους, εκκλησία και ταβέρνα, και όπως σημείωσαν: το πρωί με τον Θεό το βράδυ με τον λαό. Σε αυτούς τους δυο χώρους αισθανόταν ότι μπορεί να υπάρχει με κάποια άνεση, τουλάχιστον χωρίς να πληγώνεται. Αρνήθηκε τον κοινωνικό καταναγκασμό και τη συμβατικότητα, απέρριψε κάθε συνάφεια μαζί τους, έμεινε μακριά από κάθε προσαρμογή ή αφομοίωση. Παρέμεινε έξω από την εποχή του, χωρίς να ανήκει σε καμιά άλλη, δεν επηρεάστηκε από κανέναν ούτε άσκησε επίδραση σε κανέναν. Ήταν, και παραμένει πάντα, ολομόναχος και μοναδικός. «Αλλ’ εγώ σοι λέγω ότι δεν ομοιάζω ούτε με τον Πόε, ούτε με το Δίκενς, ούτε με το Σαίκσπηρ, ούτε με το Βερανζέ. Ομοιάζω με τον εαυτό μου. Τούτο δεν αρκεί;» γράφει ο ίδιος. Αυτή την ομοιότητα, τη συνέπεια προς τον εαυτό του ο Π. την τήρησε με ευλαβική εμμονή και στη ζωή και στην τέχνη, και μάλιστα χωρίς καμιά ηρωική έπαρση ή θόρυβο. Όταν το 1902 πήγε στη Σκιάθο, αντιμετώπισε μεγάλη ένδεια, σε βαθμό που δεν είχε τα εισιτήρια της επιστροφής του στην Αθήνα. Και, όταν το 1904 ξαναγύρισε στην Αθήνα, γνώρισε τη φτώχεια σε πρωτοφανή οξύτητα. Στις αδελφές του, επειδή αδυνατούσε να στείλει και την παραμικρή οικονομική βοήθεια, δεν έστελνε ούτε γράμμα, «από ντροπήν και αγωνίαν», όπως θα τους εξηγούσε αργότερα. Ευτυχώς όμως, η έμπνευσή του δεν συμπορεύτηκε σ’ αυτήν την τραγική πτώση ούτε κάμφθηκε από τις δυσκολίες. Αντίθετα, η τέχνη του έγινε πιο ώριμη και ουσιαστική, με καίρια ψυχογράφηση των ηρώων, με μια ανάλαφρη, πικρή ειρωνεία στην έκθεση των ανθρώπινων περιστατικών και καταστάσεων, που φανερώνει πόσο βαθιά αντίκριζε ο Π. την ανθρώπινη μοίρα. Επιστέγασμα, αλλά και θεμέλιο για την κατανόηση του βάθους του είναι η Φόνισσα, «έργον από τα ολίγα της παγκοσμίου φιλολογίας», όπως υπογράμμισε ο Παλαμάς. Το 1908 πήγε άλλη μια φορά στο νησί του και έμεινε οριστικά. Εκεί τον βρήκε ο θάνατος, μονάχο και πάμπτωχο, ενώ το παράσημο του Σταυρού του Σωτήρος, που του απένειμε η πολιτεία την παραμονή του θανάτου του, έπαιρνε τη σημασία μιας τραγικής ειρωνείας. «Πέθανε από τη γρίππη, λίγες μέρες πριν πεθάνη από την πείνα», όπως ειπώθηκε χαρακτηριστικά. Όπως όλοι οι σημαντικοί συγγραφείς, και ο Π. έγινε αμφιλεγόμενο θέμα της κριτικής. Οι περισσότεροι τον θαύμασαν, αλλά με έναν θαυμασμό βιαστικό, κοινότοπο και στερεότυπα επαναλαμβανόμενο, χωρίς βαθύτερη ανάλυση των στοιχείων που συνθέτουν την ιδιοτυπία της προσωπικότητας και την ουσιαστική αξία του έργου του. Οι επικριτές επέμειναν κυρίως στα εξωτερικά στοιχεία: καθαρεύουσα, ατημέλητη γραφή, μονοτονία, ηθογραφία, λιγοστοί χαρακτήρες· χαρακτήρισαν τον Π. δειλό, έμφοβο, άβουλο, τυπικολάτρη, οπισθοδρομικό, απόκοσμο, χωρίς ιδέες και με περιορισμένο ορίζοντα, παραβλέποντας πόση δύναμη, θάρρος, εσωτερική δαπάνη και πίστη απαιτεί μια τόσο απόλυτη συνέπεια. Η κριτική στο έργο του Π. επικεντρώθηκε σε δύο κατευθύνσεις, την κοινωνική και την αισθητική. Ως προς το ιδεολογικό περιεχόμενο του έργου, σημειώνεται η βασική στάση του: πονάει για τη ζωή των φτωχών, ανήκει ολοκληρωτικά σ’ αυτούς, δεν τους περιγράφει, ζει και αναπνέει μαζί τους («δεν πιστεύω να βρίσκεται ως την ώρα στη φιλολογία μας τεχνίτης κατέχοντας τόσο ζωηρά τη δύναμη που οι ψυχολόγοι ονομάζουν συμπαθητική φαντασία», γράφει ο Παλαμάς), ο κόσμος αιώνιος και αναλλοίωτος, η αδικία και τα κοινωνικά δεινά έχουν ισχύ φυσικού νόμου. Παρ’ όλα αυτά, το έργο του, στο οποίο τα αυτοβιογραφικά στοιχεία συμπλέκονται με τα αντικειμενικά, δονείται από έναν βαθύτερο ανθρωπισμό, πληγωμένον αθεράπευτα από τη ζωή, με μοναδικό καταφύγιο το πνευματικό άρωμα του βυζαντινού μέλους και το κάλλος της φύσης. Αυτή η φύση άλλοτε εμψυχώνεται από την παρουσία των πνευμάτων της λαϊκής μυθολογίας και τα νοσταλγικά οράματα ενός ψυχικού ονείρου και άλλοτε γίνεται αντικείμενο μιας ειδωλολατρικής και παγανιστικής λατρείας για τον Π., «τον μόνον μετά τον Όμηρον αναπαραστήσαντα με κλασικήν τελειότητα την ελληνικήν φύσιν και ζωήν» (Ζ. Παπαντωνίου). Ως προς το αισθητικό μέρος, η έλλειψη ποικιλίας στη διαγραφή των χαρακτήρων που καταλογίζεται ως αδυναμία, αποδίδεται στην ποιητική ιδιοσυστασία της αφηγηματικής τέχνης του Π. («Μέσα στον παρατηρητήν είναι κι’ ένας ποιητής», είχε γράψει ο Παλαμάς, ενώ ο Μαλακάσης τον χαρακτήρισε ως τον «μεγαλύτερο ποιητή μας», τον μόνο «που κατόρθωσε να δώση υποβολή στον πεζό λόγο»), η οποία, κατά τρόπο νεωτεριστικό τότε στην Ελλάδα, έδινε κυρίως το ψυχικό πνευματικό είδωλο των ηρώων πάνω σ’ ένα βάθος λυρικό. Η σύμμειξη του πεζού λόγου και της ποίησης νομιμοποιήθηκε από την κριτική στα νεότερα χρόνια και η λυρική-πνευματική μετουσίωση των θεμάτων απομακρύνει τον λαογραφισμό ως χαρακτήρα του έργου του. Στον Π. τα ήθη, τα έθιμα, οι παραδόσεις και οι λαϊκές δοξασίες δεν μεταφέρονται με γραφικότητα ή νατουραλιστική ακρίβεια, αλλά υπόκεινται σε μια συναισθηματική και πνευματική φόρτιση που εκπορεύεται από τον έντονο ψυχισμό του συγγραφέα (ο Παλαμάς τού δίνει «μιαν εξαιρετική όψη ανάμεσα και στους αποκλειστικούς τεχνίτες της πραγματολογικής σχολής»). Ο Φώτος Πολίτης παρατηρεί: «Μονάχα δύο ονόματα ξεχωρίζουν, γιατί τα δυο αυτά ονόματα είναι κόσμοι κλειστοί: ο Σολωμός και ο Παπαδιαμάντης. Η δημιουργική εργασία των δύο αυτών ποιητών είναι λυτρωμένη από το τυχαίο και το επεισοδιακό. Βγαίνει από συνολική σύλληψη ζωής (...). Όμως, η πραγματικότητα των διηγημάτων του Σκιαθίτη ποιητή υπάρχει πάνω απ’ όλα μέσα του. Οι τύποι του είναι λουσμένοι με χρυσήν ατμόσφαιρα νοσταλγίας κι έτσι έχει στομώσει σ’ αυτούς η τραχύτητα και η σκληράδα της καθημερινής πραγματικότητας. Ένας τόνος μουσικός υψώνεται τώρα από την ψυχή του καθενός, τόνος που συμβάλλει στη σύνθεση μιας ζωικής αρμονίας. Η δημιουργική νοσταλγία του Παπαδιαμάντη συνέλαβε συνολικά ένα όραμα ζωής, που μέσα του, δικαιωμένες, φωτισμένες από τη χάρη της τέχνης, κινούνται οι φυσιογνωμίες των αγαπημένων του νησιωτών (...). Έτσι μονάχα καλλιεργείται σ’ ένα έθνος η λογοτεχνία» (Πρωία 17.6.1931). Κι ο Γιώργος Σεφέρης, μιλώντας για τον Μακρυγιάννη, λέει πως θα ήταν ο μεγαλύτερος Νεοέλληνας πεζογράφος «αν δεν υπήρχε ο Παπαδιαμάντης». O Παπαδιαμάντης, η μέγιστη μορφή της νεοελληνικής πεζογραφίας, παραμένει πάντα ένας κόσμος μοναδικός και ολομόναχος. «Ομοιάζω μόνον με τον εαυτόν μου» είχε πει κι ο ίδιος. Η ουσία του μεγάλου έργου του περιμένει πάντα την προσέγγιση που θ’ αποκαλύψει ολόκληρη την αξία του.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Alexandros Papadiamandis — Alexandros Papadiamantis, 1906 Alexandros Papadiamantis (griechisch Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης; * 4. März 1851 auf Skiathos, Griechenland; † 2. Januar 1911 ebd.) war einer der bedeutendsten Prosa Sch …   Deutsch Wikipedia

  • Alexandros Papadiamantis — Alexandros Papadiamantis, 1906 Alexandros Papadiamantis (griechisch Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, * 4. März 1851 auf Skiathos, Griechenland; † 2. Januar 1911 ebd.) war einer der bedeutendsten …   Deutsch Wikipedia

  • Papadiamantis — Alexandros Papadiamantis, 1906 Alexandros Papadiamantis (griechisch Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης; * 4. März 1851 auf Skiathos, Griechenland; † 2. Januar 1911 ebd.) war einer der bedeutendsten Prosa Sch …   Deutsch Wikipedia

  • Пападиамандис, Александрос — Александрос Пападиамандис греч. Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης …   Википедия

  • Alexandre Papadiamantis — Alexandre Papadiamandis Alexandre Papadiamàndis (grec moderne : Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης) (1851 1911) est l un des écrivains majeurs du XIXe siècle en Grèce. Demande de traduction …   Wikipédia en Français

  • Die Mörderin — (griech. Ἡ φόνισσα i fónissa) ist eine neugriechische Erzählung, die 1903 als Fortsetzungsgeschichte erstmals erschien. Sie gilt als Höhepunkt im Schaffen des Schriftstellers Alexandros Papadiamantis und als eines der wichtigsten Prosawerke… …   Deutsch Wikipedia

  • Great Greeks — infobox Television show name = Great Greeks caption = format = Documentary runtime = creator = narrated = Alexis Papachelas country = Greece network = Skai TV first aired = January 2009 num seasons = num episodes = list episodes = imdb id = Great …   Wikipedia

  • Alexandre Papadiamandis — Alexandre Papadiamantis en 1906. Alexandre Papadiamándis (grec moderne : Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης), né le 4 avril 1851 à Skiathos et mort le 3 janvier 1911, es …   Wikipédia en Français

  • Liste griechischer Schriftsteller (Neuzeit) — Die Liste griechischer Schriftsteller (Neuzeit) erfasst griechische oder griechischstämmige Schriftsteller, die in neugriechischer Sprache oder, als Folge der griechischen Diaspora, auch in anderen Sprachen Literatur im weitesten Sinne verfassen …   Deutsch Wikipedia

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”